Λεξικό Βορειοηπειρωτικής διαλέκτου
Ταξινόμιση: αλφαβητικά | συγγραφέας | ημερομηνία | |
φαφούτης = κεκές Ανδρέας
φασουλίζω = 1) βάζω κάποιον στη θέση του 2) τα κάνω χάλια zervati.gr
φασκιώνω = δένω το μωρό με τη φασκιά zervati.gr
φασκιά = σκοινί με το οποίο δέναμε τα σπάργανα zervati.gr
φακίρης = φουκαράς Kyriakos
υγρό = στυλό zervati.gr
τύφλακας = τυφλός, αυτός που δε βλέπει καλά (μειονεκτικά) Kyriakos
τσώπα = σώπασε zervati.gr
τσούρω = μικρή γκρινιάρα κοπέλα Kyriakos
τσουρούκης = λειψός Κατερίνα
τσούνιος = άτομο αδύνατο zervati.gr
τσουμπλίκι = φαγώσιμος άγριος καρπός (μικροσκοπικός) δέντρου zervati.gr
τσούγκρισα = συγκρούστηκα, τράκαρα Σπύρος
τσουβί = σύρτης Σπύρος
Τσότσο = υποκ. της Σοφίας zervati.gr
τσότσκα = φύτρα μαλλιών zervati.gr
τσολάω = χτυπάω μέχρι να διαλύσω κάτι (να το ισοπεδώσω) zervati.gr
τσόκαλο = μικρή στρογγυλή πέτρα περίπου σε μέγεθος καρυδιού zervati.gr
τσιφτιλίτικο = αλήτης με καταστροφικές τάσεις zervati.gr
τσιφούτης = τσιγκούνης, εβραίος zervati.gr
τσίτημα = κάρφωμα, μπήξιμο Kyriakos
τσίτα = μικρό καρφί zervati.gr
τσιστέρνο = δεξαμενή zervati.gr
τσίσμες = μπότες Ανδρέας
τσιροπούλι = 1. τσίρος 2. σπουργίτι zervati.gr
τσίρλα = κόψιμο, διάρροια Kyriakos
τσίπα = σακούλα Ανδρέας
τσιουφτές = δίκαννο κυνηγετικό όπλο Kyriakos
τσιουτέρι = μικροπρόσωπος, ζούδιο zervati.gr
τσιουρούκικο = τρωτό zervati.gr
τσιουπαλιάκος = σκορπιός Κατερίνα
τσιουπαλιάζω = πατάω κάτι Ανδρέας
τσιούμπα = το πίσω μέρος του κεφαλιού Ανδρέας
τσιούκα = το αντρικό μόριο zervati.gr
τσιουβέλα = κάηκα, ζεματίστηκα (π.χ.: έγινα τσουβέλα) Σπύρος
τσιότσο = λίγο, ελάχιστο Σπύρος
τσιόπης = λέμε κάποια που είναι αγοροκόριτσο Kyriakos
τσιοπάτι = βήμα Λαέρτης
τσιοπάτι = βήμα Ανδρέας
τσιομπόλικο = χαριτωμένο παιδάκι Kyriakos
τσιομπλέκ = στιφάδο Kyriakos
τσιοκλάνι = τσόγλανος zervati.gr
τσιοκάνισμα = το λέμε όταν κάνουμε στείρωση σε κάποιο ζώο Σπύρος
τσιοκάνι = 1) σφυρί, 2) είδος κουδούνας που κρεμάμε στα πρόβατα zervati.gr
τσιόγκος = είδος πουλιού Kyriakos
τσιογκάρι = κάστανο ή αλλος καρπός μεγάλου μεγέθους Σπύρος
τσιντζίρι = τζιτζίκι zervati.gr
τσίντζας = άτομο αδύναμο zervati.gr
τσίντζα = σταγόνα zervati.gr
τσίμπος = τσίμπημα (π.χ.: μου έκοψε έναν τσίμπο) Kyriakos
τσιμπιδάκι = μανταλάκι zervati.gr
τσιμπίδα = πένσα zervati.gr
τσίμπες = σαρδέλες, γαύρος Kyriakos
τσιμερώνομαι = τρώω (με αρνητική έννοια), φαρμακώνομαι Kyriakos
τσιμέρι = κάτι πολύ πικρό, φαρμάκι Kyriakos
τσιλούρα = κόψιμο Ανδρέας
τσιλιτούρα = τσέρλα zervati.gr
τσίλικο = καινούργιο zervati.gr
τσιλιαρικο = κατσικι ή αρνι που το πιανει κοψιμος Σπύρος
Τσίλης = υποκ. του Βασίλη zervati.gr
τσίκσε = φύγε από ?δώ zervati.gr
τσικνισμένο = φαγητό που κάηκε και έχει κολλήσει στην κατσαρόλα Σπύρος
τσίκα = λίγο zervati.gr
Τσιέφος = υποκ. του Στέφου zervati.gr
Τσιέφος = Στέφανος Σπύρος
τσιες = σπίθες (π.χ.: μου έβγαλαν τσιες τα μάτια) Kyriakos
τσιερτσιέλι = σπουργίτι Kyriakos
τσιερέκι = καθόλου Ανδρέας
τσιεντράλι = κεντρική μονάδα παροχής ρεύματος zervati.gr
Τσιένη = υποκ. της Πολυξένης zervati.gr
Τσιέβω = Παρασκευή Σπύρος
τσιγαριάζω = τηγανίζω Ανδρέας
τσιβούρα = σκάσιμο των χεριών απ το πολύ κρύο zervati.gr
τσιβί = σύρτης πόρτας ή παραθύρου Ανδρέας
τσιάφνη = η πρωινή παγωνιά, κυρίως, πάνω σε γρασίδι zervati.gr
τσιατή = σκεπή zervati.gr
τσιαρβέλο = μυαλό Ανδρέας
τσιαπουνάδα = το λέμε όταν κάποιος ξεθαρρεύει (με την αρνητική έννοια) Kyriakos
Τσιάντα = υποκ. της Αλεξάνδρας zervati.gr
τσιαλακόπα = κοπτικό εργαλείο με καμπυλωτή μύτη (συνήθως για να κόβουμε ξύλα) Kyriakos
τσιακομάκι = αναπτήρας zervati.gr
τσιαγούλι = πηγούνι zervati.gr
Τσιάβος = υποκ. του Σταύρου zervati.gr
τσια = σπίθα zervati.gr
τσέφιλιο = τσόφλι Ανδρέας
τσερτσέλι = σπουργίτι Kyriakos
τσέργα = φλοκάτη zervati.gr
τσεκεί = προς τα εκεί, πιο πέρα zervati.gr
τσεδώ = προς τα εδώ zervati.gr
τσαφτού = από ?κεί zervati.gr
τσάτσω = άτακτο κορίτσι, παλιοκόριτσο Kyriakos
τσαρκουνιά = πλήθος παιδιών (μια τσαρκουνιά παιδιά έχει) Kyriakos
τσάρκος = το μέρος που κλείνουμε τα αρνοκάτσικα Vasilaqis
τσαρατσούκι = τραμπάλα Κώστας
τσαρακλάνι = ασήμαντος άνθρωπος zervati.gr
τσάπος = τράγος Σπύρος
τσαπορδώνεται = χαίρεται Ανδρέας
τσαπκίνα = τσαχπίνα zervati.gr
τσαπάνω = πάνω zervati.gr
τσαντζαρόνομαι = παίρνω τα πάνω μου zervati.gr
< 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 >
Με απόλυτο σεβασμό στις ρίζες, στην παράδοση και στη σημασία αυτών των λέξεων.
Ποιο πιστεύετε ότι έχει τη μεγαλύτερη προτεραιότητα για το χωριό μας;
Ο δρόμος ή η ύδρευση;
Μόνο τα μέλη ψηφίζουν
Επισκέπτες: 1
Εγγεγραμμένοι: 0
booked.net
Στο www.eleftherohori.gr χρησιμοποιούμε cookies!
Χρησιμοποιούμε cookies για να μην χρειάζεται κάθε φορά να κάνετε σύνδεση (login) στο site μας,
πατώντας "Αποδοχή" θα αποθηκευτούν με κρυπτογράφηση στη συσκευή σας τα στοιχεία εισόδου σας για 1 έτος.
Αποδοχή